Σύμφωνα με νέες μελέτες, πάνω από τα μισά αυτοκίνητα κυκλοφορούν με λάθος πίεση στα ελαστικά, κάτι που έχει επίπτωση τόσο στην οδήγηση, όσο και στην κατανάλωση και την οδική ασφάλεια.
Η αντίσταση κύλισης έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ενέργεια που χρειάζεται ένα όχημα για να κινηθεί. Υπάρχει άμεσος συσχετισμός με την κατανάλωση καυσίμου των αυτοκινήτων που κινούνται με κινητήρα εσωτερικής καύσεως (περίπου 20%) ή με την αυτονομία της μπαταρίας για τα ηλεκτρικά οχήματα.
Η αντίσταση κύλισης αναφέρεται στην αντίσταση που βιώνει το ελαστικό του αυτοκινήτου, καθώς κυλά πάνω σε μια επιφάνεια. Κύριες αιτίες της αντίστασης αυτής είναι η παραμόρφωση του ελαστικού, η αεροδυναμική της αντίστασης και η τριβή με το έδαφος. Όσο μεγαλύτερη είναι η αντίσταση κύλισης, τόσο περισσότερη ενέργεια χρειάζεται για να ξεπεραστεί. Μια αύξηση 30% στην αντίσταση κύλισης παράγει μεταξύ 3 και 5% υπερκατανάλωση καυσίμου.
Τα στοιχεία που επηρεάζουν την αντίσταση κύλισης είναι η πίεση των ελαστικών, το πέλμα, η διάμετρος, το φάρδος και τα υλικά που χρησιμοποιούνται. Σχετικά με την πίεση των ελαστικών, για παράδειγμα, μελέτες που πραγματοποιήθηκαν σε γαλλικούς δρόμους έδειξαν ότι άνω του 50% των αυτοκινήτων κινούνται με τουλάχιστον 0,3 bar κάτω από την απαιτούμενη πίεση ελαστικών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα σημαντική αύξηση της αντίστασης κύλισης.
Μέρος της αντίστασης κύλισης που προκαλείται από την τριβή μεταξύ οδοστρώματος και ελαστικού αποτελεί μέρος της πρόσφυσης, που συμβάλλει στην ασφάλεια του οχήματος.
Τα ελαστικά χαμηλής αντίστασης κύλισης έχουν σχεδιαστεί για να μειώνουν την απώλεια ενέργειας, συνεπώς εξοικονομούν καύσιμα. Αυτό επιτυγχάνεται με την κατασκευή του ελαστικού, το σχήμα, το σχέδιο του πέλματος και την αρχιτεκτονική, μέσω της γεωμετρίας και της φύσης των εσωτερικών λινών.
Το βάρος του ελαστικού παίζει ρόλο ως προς την ίδια παραμόρφωση. Όσο μεγαλύτερη μάζα έχει ένα αντικείμενο, τόσο περισσότερο θερμαίνεται. Η βελτιστοποίηση των μειγμάτων γόμας του ελαστικού και των διαφόρων υλικών που χρησιμοποιούνται στο ελαστικό αποτελεί σημαντική πηγή προόδου για τη μείωση της ενέργειας που απορροφάται από το ελαστικό.
Παράλληλα το ελαστικό θα πρέπει να προσφέρει εξαιρετικές επιδόσεις φρεναρίσματος σε βρεγμένο οδόστρωμα και για μεγάλο χρονικό διάστημα από την στιγμή που θα κυκλοφορήσει. Σήμερα στην πράξη μόνο λίγα ελαστικά πετυχαίνουν να συνδυάσουν σε μεγάλο βαθμό το επίπεδο αντίστασης κύλισης με το επίπεδο φρεναρίσματος σε βρεγμένο οδόστρωμα.
Υπολογισμοί που έχουν γίνει δείχνουν ότι οι οδηγοί εξοικονομούν περίπου 0,21 λίτρα καυσίμου ανά 100 χιλιόμετρα χρησιμοποιώντας παρόμοια ελαστικά. Δηλαδή περίπου την τιμή του ελαστικού. Αυτά τα ελαστικά μπορούν να χαρακτηριστούν και φιλικά για το περιβάλλον, λόγω της μείωσης καυσίμου που προσφέρουν ή την αύξηση της αυτονομίας στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, ενώ γίνονται σημαντικές προσπάθειες από τις εταιρείες ελαστικών να μειωθεί το συνολικό αποτύπωμα από την ημέρα της παραγωγής μέχρι και την ανακύκλωσή του.
ΑΠΕ-ΜΠΕ
Η αντίσταση κύλισης έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ενέργεια που χρειάζεται ένα όχημα για να κινηθεί. Υπάρχει άμεσος συσχετισμός με την κατανάλωση καυσίμου των αυτοκινήτων που κινούνται με κινητήρα εσωτερικής καύσεως (περίπου 20%) ή με την αυτονομία της μπαταρίας για τα ηλεκτρικά οχήματα.
Η αντίσταση κύλισης αναφέρεται στην αντίσταση που βιώνει το ελαστικό του αυτοκινήτου, καθώς κυλά πάνω σε μια επιφάνεια. Κύριες αιτίες της αντίστασης αυτής είναι η παραμόρφωση του ελαστικού, η αεροδυναμική της αντίστασης και η τριβή με το έδαφος. Όσο μεγαλύτερη είναι η αντίσταση κύλισης, τόσο περισσότερη ενέργεια χρειάζεται για να ξεπεραστεί. Μια αύξηση 30% στην αντίσταση κύλισης παράγει μεταξύ 3 και 5% υπερκατανάλωση καυσίμου.
Τα στοιχεία που επηρεάζουν την αντίσταση κύλισης είναι η πίεση των ελαστικών, το πέλμα, η διάμετρος, το φάρδος και τα υλικά που χρησιμοποιούνται. Σχετικά με την πίεση των ελαστικών, για παράδειγμα, μελέτες που πραγματοποιήθηκαν σε γαλλικούς δρόμους έδειξαν ότι άνω του 50% των αυτοκινήτων κινούνται με τουλάχιστον 0,3 bar κάτω από την απαιτούμενη πίεση ελαστικών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα σημαντική αύξηση της αντίστασης κύλισης.
Μέρος της αντίστασης κύλισης που προκαλείται από την τριβή μεταξύ οδοστρώματος και ελαστικού αποτελεί μέρος της πρόσφυσης, που συμβάλλει στην ασφάλεια του οχήματος.
Τα ελαστικά χαμηλής αντίστασης κύλισης έχουν σχεδιαστεί για να μειώνουν την απώλεια ενέργειας, συνεπώς εξοικονομούν καύσιμα. Αυτό επιτυγχάνεται με την κατασκευή του ελαστικού, το σχήμα, το σχέδιο του πέλματος και την αρχιτεκτονική, μέσω της γεωμετρίας και της φύσης των εσωτερικών λινών.
Το βάρος του ελαστικού παίζει ρόλο ως προς την ίδια παραμόρφωση. Όσο μεγαλύτερη μάζα έχει ένα αντικείμενο, τόσο περισσότερο θερμαίνεται. Η βελτιστοποίηση των μειγμάτων γόμας του ελαστικού και των διαφόρων υλικών που χρησιμοποιούνται στο ελαστικό αποτελεί σημαντική πηγή προόδου για τη μείωση της ενέργειας που απορροφάται από το ελαστικό.
Παράλληλα το ελαστικό θα πρέπει να προσφέρει εξαιρετικές επιδόσεις φρεναρίσματος σε βρεγμένο οδόστρωμα και για μεγάλο χρονικό διάστημα από την στιγμή που θα κυκλοφορήσει. Σήμερα στην πράξη μόνο λίγα ελαστικά πετυχαίνουν να συνδυάσουν σε μεγάλο βαθμό το επίπεδο αντίστασης κύλισης με το επίπεδο φρεναρίσματος σε βρεγμένο οδόστρωμα.
Υπολογισμοί που έχουν γίνει δείχνουν ότι οι οδηγοί εξοικονομούν περίπου 0,21 λίτρα καυσίμου ανά 100 χιλιόμετρα χρησιμοποιώντας παρόμοια ελαστικά. Δηλαδή περίπου την τιμή του ελαστικού. Αυτά τα ελαστικά μπορούν να χαρακτηριστούν και φιλικά για το περιβάλλον, λόγω της μείωσης καυσίμου που προσφέρουν ή την αύξηση της αυτονομίας στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, ενώ γίνονται σημαντικές προσπάθειες από τις εταιρείες ελαστικών να μειωθεί το συνολικό αποτύπωμα από την ημέρα της παραγωγής μέχρι και την ανακύκλωσή του.
ΑΠΕ-ΜΠΕ
0 Σχόλια